γράφει η Πίρας Πατρίτσια, καρδιολόγος
Μετεκπαιδευθείσας στην Καρδιολογική Κλινική του Γ.Ν. Παίδων «Αγία Σοφία»
Παρ’ ό,τι στο άκουσμα της λέξης οι περισσότεροι τη θεωρούν ως κάτι εν γένει βλαβερό, στην πραγματικότητα η χοληστερόλη είναι βασικό στοιχείο για τη λειτουργία του σώματος, και τη ζωή την ίδια. Έτσι, στο μεγαλύτερο ποσοστό που αυτή υπάρχει στο σώμα, έχει ήδη συντεθεί από το συκώτι, χωρίς ο οργανισμός να «περιμένει» να τη λάβει από τη διατροφή, αφήνοντας μόνο περίπου 20-30% να προέρχεται από αυτή.
Πού αρχίζουν τα προβλήματα
Σε ένα φυσιολογικό οργανισμό, το συκώτι συνθέτει μόνο όση χοληστερόλη χρειάζεται για την καλή λειτουργία του σώματος. Υπάρχουν ωστόσο γονιδιακές αιτίες που κάνουν το συκώτι να παράγει υπερβολικές ποσότητες χοληστερόλης, οδηγώντας (μαζί με άλλους παράγοντες) στα «γνωστά» ζητήματα υγείας που σχετίζονται με υψηλά επίπεδα λιπιδίων στο αίμα.
Συνεπώς, η καλή διατροφή, που περιλαμβάνει τις σωστές ποσότητες λιπιδίων (ας σημειωθεί εδώ παρενθετικά πως το αυγό, σε κανονικές ποσότητες, δεν είναι επιβλαβής τροφή για την υπερχοληστερολαιμία), είναι εξαιρετικά σημαντική, αλλά δεν είναι ο μόνος, ούτε ο κύριος εν τέλει παράγοντας υπερχοληστερολαιμίας, καθώς αυτή έχει συνήθως (και) γονιδιακή βάση.
Με ποιο τρόπο μας βλάπτει η υπερχοληστερολαιμία
Είναι κοινώς γνωστό πως υπάρχει «καλή» (HDL) και «κακή» (LDL) χοληστερόλη.
Η λεγόμενη κακή χοληστερόλη εισχωρεί στα αγγεία, και λόγω του ότι είναι κατά κάποιο τρόπο «τοξική» για αυτά, ενεργοποιείται ένας μηχανισμός που την περικλείει σε μια μεμβράνη, σχηματίζοντας έτσι την αθηρωματική πλάκα. Στο σημείο του αγγείου όπου αυτή σχηματίζεται, προκαλείται αφ’ ενός στένωση του αγγείου, και αφ’ ετέρου φλεγμονή.
Η φλεγμονή, και όχι απαραίτητα η στένωση, είναι η κυριότερη αιτία θρόμβωσης και απόφραξης του αγγείου τέτοιας, που μπορεί να οδηγήσει σε έμφραγμα ή και άλλα προβλήματα.
Τα παραπάνω είναι συχνότερα όταν οι τιμές της «κακής» (LDL) χοληστερόλης υπερβαίνουν τα 100mg/dl στο αίμα (ή 70mg/dl, σε περίπτωση που συνυπάρχει καρδιακό νόσημα ή/και σακχαρώδης διαβήτης).
Πώς μας βοηθούν τα φάρμακα – Απαγορευτικό το «μέρα παρά μέρα» στα φάρμακα για την υπερλιπιδαιμία
Για να διατηρηθούν τα επίπεδα αυτά, είναι σημαντικό να ακολουθείται μια ισορροπημένη διατροφή, τακτική άσκηση, καθώς και διακοπή καπνίσματος, αφού το τελευταίο έχει παρατηρηθεί πως προκαλεί άνοδο της LDL και μείωση της HDL.
Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις υπερχοληστερολαιμίας, οι οποίες έχουν γονιδιακή αιτία, τα παραπάνω είναι μεν απαραίτητα, αλλά όχι καθοριστικά για την αποτροπή του κινδύνου –εν ολίγοις, δεν αρκούν πάντα.
Γίνεται έτσι απαραίτητη στις περιπτώσεις αυτές η χορήγηση κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής, η οποία πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνεται καθημερινά, ώστε να εκπληρώσει το διπλό της θεραπευτικό και προστατευτικό στόχο: αφ’ ενός να διατηρήσει τα επίπεδα της LDL και της ολικής χοληστερόλης σε φυσιολογικά επίπεδα, και αφ’ ετέρου (και σημαντικότερα) να καταπολεμήσει τη φλεγμονή στην αθηρωματική πλάκα, που αποτελεί, όπως ειπώθηκε παραπάνω, την κυριότερη αιτία για οξύ ισχαιμικό επεισόδιο (έμφραγμα μυοκαρδίου, για παράδειγμα) λόγω υπερχοληστερολαιμίας.
Συχνός σχετικός διάλογος με ασθενείς στο ιατρείο μου, λόγω μιας δυστυχώς αρκετά συνηθισμένης παρανόησης για τη λειτουργία των φαρμάκων, είναι ο εξής:
Η λήψη της συνιστώμενης δόσης του φαρμάκου για την υπερχοληστερολαιμία πρέπει απαραίτητα να γίνεται καθημερινά, ιδανικά πριν τον βραδινό ύπνο. Το «μέρα παρά μέρα», που μερικές φορές ακούγεται να ακολουθείται, ειδικά στα χάπια για την υπερχοληστερολαιμία είναι απαγορευτικό· εάν η ακολουθούμενη αγωγή φαίνεται να ρίχνει την χοληστερόλη σε πολύ χαμηλά επίπεδα (πράγμα που μπορεί να αποβεί και επικίνδυνο), η λύση είναι η αλλαγή δόσης ή και φαρμακευτικής ουσίας, και όχι η πιο αραιή λήψη της αγωγής.
Αυτό γιατί, όπως είπαμε, στόχος δεν είναι μόνο η διατήρηση της χοληστερόλης σε υγιή επίπεδα (ο οποίος μπορεί να φαίνεται να εκπληρώνεται και χωρίς καθημερινή λήψη της δόσης), αλλά και η καταπολέμηση της φλεγμονής στην αθηρωματική πλάκα (η οποία απαιτεί τακτική, καθημερινή δόση της κατάλληλης αγωγής). Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως συστηματική μη καθημερινή λήψη της αγωγής για την υπερχοληστερολαιμία μάς αφήνει εκτεθειμένους σε κίνδυνο συμβάντων.
Πότε πρέπει να διακόψουμε για λίγο τη θεραπεία
Από κει και πέρα, τα φάρμακα για την υπερχοληστερολαιμία μπορούν (και πρέπει) κατά γενική οδηγία να διακόπτονται, μόνο ύστερα από συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό, στις εξής περιπτώσεις: σε λήψη αντιβιοτικών και αντιμυκητησιακών, για όσο διαρκεί η λήψη και δράση τους, καθώς και στην περίπτωση κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας αλκοόλ, λόγω του ότι συνύπαρξη των ουσιών αυτών με φάρμακο για τη χοληστερίνη στο αίμα μπορεί να αποβεί βλαβερή για τον οργανισμό.
Είναι εμφανές πως στις περιπτώσεις αυτές η διακοπή είναι εντελώς ευκαιριακή, και κατ' αυτό δεν είναι ικανή να μας εκθέσει σε κίνδυνο.
Σημειώνεται επίσης πως δεν συνιστάται κατανάλωση χυμού γκρέιπφρουτ, όταν λαμβάνεται αγωγή για την υπερχοληστερολαιμία -δεν είναι βλαβερή συνθήκη όπως οι παραπάνω, αλλά επηρεάζει τη δράση του φαρμάκου.
Σε τελική ανάλυση, το σημαντικότερο ίσως είναι η αποτελεσματική επικοινωνία με τον θεράποντα ειδικό ιατρό, ώστε να παρακολουθείται κατάλληλα η πορεία της νόσου και να ακολουθούνται οι ενδεδειγμένες οδηγίες για τον κάθε ασθενή ξεχωριστά, χωρίς παρανοήσεις, και χωρίς επακόλουθα προβλήματα που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.